Διάβαζες Αγγελικούλα, για να μπορείς να βλέπεις καθαρά και " να μη μασάς" όταν σε γεμίζουν ψέμματα, διάβαζες για να μη γίνεσαι παθητικός δέκτης συμφερόντων, των ντόπιων και ξένων ελίτ,αλλά να προσπαθείς να αφυπνίσεις και άλλους , ώστε να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας , γιατί δεν τους ανήκει, διάβαζες για να μη ζαρώνεις από φόβο τώρα που ήρθαν τα πάνω κάτω, αλλά να αντισταθείς για να μη χαθούν όσα με αγώνες και αίμα έχουν κατακτηθεί, διάβαζες γιατί η γνώση είναι η πραγματική μας δύναμη, γι΄ αυτό μεθοδικά μας οδήγησαν στην ημιμάθεια, τα λαμέ λαϊκοποπ χαζοτράγουδα, τις ξώβυζες τηλεπερσόνες και το κακόγουστο lifestyle που μας προβατοποίησε και τώρα θα μας κινεζοποιήσει. Διάβαζες, για να βροντοφωνάξεις στούς 1500 φίλους σου στο facebook, " φτάνουν πια τα greeklish γράψτε στα Ελληνικά"!!!!!
Τo καράβι που θαλασσοδέρνονταν στη ζωή το λέγανε "προσωπικότητα" και οι σειρήνες της κοινωνίας καυχήθηκαν για ένα ακόμα θύμα τους...
Πέμπτη, Νοεμβρίου 22, 2012
ΓΙΑΤΙ ΔΙΑΒΑΖΑ ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ;;;;
Τετάρτη, Νοεμβρίου 14, 2012
ΑΠΌ ΤΟΝ ΕΘΝΟΜΗΔΕΝΙΣΜΌ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ ΔΙΆΛΥΣΗ
Πώς καλλιεργούνται οι νέες δουλικές συνειδήσεις του Ευρωραγιαδισμού, του δήθεν εκσυγχρονισμού του μέσου Έλληνα; Η Ελληνική κοινωνία, αποδέχεται τη μοίρα της, σαν να έχει χάσει ένα πόλεμο.Τον έχασε και συνειδητοποίησε ότι δεν είναι πρόσκαιρη κατάσταση, που μπορεί να την αντιμετωπίσει, με τις θεσμοθετημένες διαμαρτυρίες,διαδηλώσεις κλπ.Ο μέσος Έλληνας πιστεύει, ότι κάπως μαζί τα φάγαμε, εγώ ίσως τα ψίχουλα,αλλά φταίμε συλλογικά κι είναι λογικό και ηθικό, να πληρώσουμε τα δανεικά με τόκο,δηλαδή το Χρέος μας κανονικά ως Ευρωπαίοι ..εταίροι μη χειρότερα.Η κοινωνία, περνά το ψυχολογικό σοκ σαν επακόλουθο μιας μεγάλης ήττας, όπως στην Κατοχή του ΄40. Η παθητικότητα του εξευρωπαϊσμένου Ελληνοραγιά, που πιάστηκε στα πράσα στα Ευρωπαϊκά σαλόνια, σαν επαρχιώτης που άφησε τα χωράφια του , μικροαστός της παρασιτοποιημένης κοινωνίας, να επιδεικνύεται όπως όλοι οι αρχοντοχωριάτες, να καταναλώνει και να προβάλλει τα ψευτομορφωμένα παιδιά του. Έτσι φτάνει να νοιώθει το ενοχικό συναίσθημα του μικροκομπιναδόρου που βουτάει ότι βρεί μπροστά του. Νόμισε ότι αναρριχήθηκε κοινωνικά, και πολιτισμικά, κατανάλωνε με βουλιμία και με τραπεζικές κάρτες, υπηρεσίες πολυτελείας , έγινε υπηρέτης του lifestyle και της μπουζουκοτσιφτετελοδιασκέδασης. Τώρα που έπεσαν πάνω στο κεφάλι του τα ασύλληπτα μέτρα , ο καθεστωτικός μικροαστός, έχασε ξαφνικά τη δυνατότητα να υπάρξει σε μια κοινωνική τάξη. Τώρα υπάρχει η κάστα των ισχυρών , των άπληστων επενδυτών, που ενδιαφέρονται μόνο για τη συσσώρρευση πλούτου. Έτσι, έχουμε πληβειοποίηση της κοινωνίας, χωρίς κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά.Είναι το σύγχρονο προλεταριάτο, που του δεσμεύουν την περιουσία, που του στερούν αυτά που του είχαν υποσχεθεί ως Ευρωπαίου, που βλέπει την οικογένειά του να διαλύεται γιατί φεύγουν τα παιδιά του απανταχού της γής. Προσπαθεί λοιπόν να τη σκαπουλάρει, διατυμπανίζοντας συνεχώς , έλα μωρέ πάντα είμασταν προτεκτοράτο, ποια εθνική ανεξαρτησία και κουραφέξελα, είμαστε Ευρωπαίοι, άτακτοι και ανυπάκουοι, που θέλουμε τον Γερμανό να μας βάλει τάξη, μοιάζει με παράκληση δούλου προς τον ηγεμόνα, "έφταιξα, να πληρώσω"...
Η προοδευτική διανόηση, δυστυχώς, δεν βοήθησε τα τελευταία χρόνια την έκφραση της ταυτότητας και της εθνικής συνείδησης, κρατικοδίαιτη και βολεμένη όπως ήταν..ΈΤΣΙ, ΧΆΘΗΚΕ Η ΕΘΝΙΚΉ ΣΥΝΕΊΔΗΣΗ, οι νέοι οδηγήθηκαν στον εθνομηδενισμό, και η λαϊκή πολιτική κουλτούρα στράφηκε εναντίον της ταξικότητας. Τώρα που διαλύεται και τσακίζεται η ταξικότητα , δεν υπάρχει και η διανόηση να τους στηρίξει. Ο κόσμος, αποπροσανατολισμένος και βαλλόμανος, ψάχνει να βρεί τις ρίζες του.Πρέπει γρήγορα να ξεθεμελιώσει όλο αυτό το ψεύτικο οικοδόμημα που τον καταπλακώνει. Να ενώσει το λαϊκό με το εθνικό.Να προβάλλει το αίσθημα της κοινωνίας με όρους τέχνης.Προς το παρών βέβαια, επικρατούν, ο φόβος, η αμάθεια, η απάθεια, ο ατομικισμός , η ηττοπάθεια και. η προβατοποίηση. Η συνεχής αποβλάκωση , καταλήγει στην τέλεια δουλική συνείδηση στην απουσία κάθε αξιοπρέπειας και περηφάνειας .Καταλήγει στην κοινωνική διάλυση......
Κυριακή, Αυγούστου 19, 2012
O TEΛEYTAΙΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
Απ’ τη βεράντα του εξοχικού των φίλων μου , χαζεύω στη θάλασσα και χαλαρώνω ,καθώς επεδίωξα να μείνω μόνη ,αυτό το πρωινό του Αυγούστου . Η ησυχία του μαγευτικού τοπίου, «στολίζεται» από το ατέλειωτο, μονότονο τραγούδι των τζιτζικιών , το θριαμβευτικό ξελαρύγγιασμα του κόκκορα από το γειτονικό κοτέτσι, τα γέλια και τις φωνές των μικρών παιδιών ,που κολυμπούν λίγο πιο κάτω στην παραλία. Σ’ αυτό το μικρό νησάκι του Αιγαίου , που μόλις διακρίνεται στον χάρτη, τον τελευταίο παράδεισο , όπως τον λέω εγώ, που δεν έχει ακόμα αυτοκινητόδρομους, ούτε τουριστική ανάπτυξη, που έχει όμως δύο τρείς ταβέρνες, ένα μπαράκι, μία πιτσαρία που έφτιαξε ένας Ελληνοαμερικανός , από αυτούς που αφθονούν εδώ, μια κρεπερί, πολλά διερχόμενα ιστιοπλοικά και μια κοινωνία εκατό περίπου κατοίκων , που είναι πεντακόσιοι το καλοκαίρι, όπου συναντάς σε μικρογραφία , όσα γίνονται στην πολύβουη πρωτεύουσα. Μεγάλες αγάπες, παράνομους έρωτες, έχθρες και μίση ετών και ετών , οικονομικά συμφέροντα που διχάζουν τα άλλοτε αγαπημένα αδέρφια , ανίατες αρρώστιες που ταλαιπωρουν οικογένειες, βαριεστημένους γέρους και ανικανοποίητα νιάτα. Στην μικρή παραλία, που την περιφρουρούν δεξιά και αριστερά της, στις δύο άκρες, δυό παμπάλαιοι μύλοι, οι ντόπιοι, ζουν σαν να είναι σφικταγκαλιασμένοι και στεγνώνουν τους καημούς τους κάτω από τον καυτό ήλιο και την αρμύρα της θάλασσας. Ψαράδες οι περισσότεροι και παλιοί ναυτικοί, ξεδιπλώνουν τις αναμνήσεις τους με χαρά και συγκίνηση, στον πρόθυμο ξένο που τρελλαίνεται να τους ακούει, να μιλούν για μπάρκα και ταξίδια, για λιμάνια και καυτές γυναίκες , για καυγάδες, φουρτούνες και μαγκιές, όλα μεγαλοποιημένα και ωραιοποιημένα από την πατίνα του χρόνου. Τότε, τα βαριεστημένα μάτια τους ανοίγουν διάπλατα, οι κόρες διαστέλλονται , τα πρόσωπα λάμπουν, ζωντανεμένα ποιος ξέρει από ποιο μαγικό , αρχέγονο φως, που ταξίδεψε γι’ αυτούς μέσα στο χρόνο…. Κάθε σπίτι και μια ιστορία , κάθε αυλή ένας καημός.Οι γυναίκες τους, κρυμμένες μέσα στις κουζίνες τη μέρα, «σκάνε μύτη» μετά το σούρουπο, λίγο πριν αρχίσουν τα τούρκικα στην τηλεόραση, για να δουν κανέναν άνθρωπο, να κουτσομπολέψουνν,νομίζεις τότε, ότι ζωντανεύουν τα ήσυχα σπίτια. Στου κυρ Σάββα, η γυναίκα του η Πορτορικάνα, τότε, μερακλώνεται, βάζει τα λαικά τέρμα, το ουίσκι στο χέρι, σιγοτραγουδά και θυμάται την πατρίδα της. Νεαρή δεκαεξάχρονη , την «ψάρεψε» ο άντρας της πριν από τριάντα χρόνια, να παραδέρνει, πάμφτωχη, πανέμορφη και πεντάρφανη στο λιμάνι του Πουέρτο Ρίκο, κι όταν τον κοιτά στα μάτια, τα κρύα βράδια του χειμώνα, τον λατρεύει σαν τον Θεό σωτήρα της,που την έφερε να ζήσει σ’ αυτή τη γωνιά, στην άκρη της θάλασσας. Καμαρώνει τα παιδιά της, τα δυό της αγόρια που είναι ναυτικοί και το κορίτσι της που είναι φοιτήτρια, το καμάρι της, που της βγάζει γλώσσα, σε δύσκολα Ελληνικά , που η καημένη δεν καταλαβαίνει ,αλλά που απαιτεί από αυτό να επιστρέφει στο σπίτι νωρίς , όταν βραδιάσει , να δείχνει πειθαρχία και υπακοή, τις λίγες μέρες που περνούν εδώ μαζί το καλοκαίρι. Αναστενάζει η Πορτορικάνα , που δεν έχει ξαναδεί τους συγγενείς της από τότε που ήρθε, άραγε ζούν, πέθαναν; Αναστενάζει και βάζει πιο δυνατά τη μουσική…. Στο δίπλα σπίτι, κολλητά με το δικό τους , τα δυό ξαδέρφια τους, που ζυγίζουν μαζί 250 κιλά, που είναι κι αυτοί συνταξιούχοι ναυτικοί , έχουν φτιάξει ένα μικρό καρνάγιο, μπροστά στη θάλασσα, κι επισκευάζουν βάρκες και ψαροκάΪκα. Με τις μπλέ εργατικές φόρμες τους και τις τεράστιες κοιλιές τους, σαν δύο γιγάντιοι πιγκουίνοι, όλη μέρα κάτω από τις αρμυρίδες, περικυκλωμένοι από κάθε είδους εργαλεία και πολιά κουφάρια σκαφών ,πότε γελάνε και πότε βρίζονται, ενώ τα μάτια τους δεν παύουν να εποπτεύουν την περιοχή.Αν τους ρωτήσεις, ξέρουν ποιος ήρθε, πότε ήρθε , ποιος τσακώθηκε, με ποιόν και γιατί, άγρυπνοι φρουροί, ακούραστοι φύλακες και πληροφοριοδότες. Ασχολούνται με το τι κάνουν οι άλλοι , ενώ τα δικά τους δεν τα βλέπουν.Τρείς κόρες έχει ο ένας, η μια με δύο μωρά στα είκοσί της, που της «φύτεψε» ένας νεαρός Ρουμάνος, κανείς δε ν πήρε είδηση πότε τον έβλεπε, και κανείς δεν ξέρει, που να βρίσκεται τώρα.Τη μέρα, η μάνα κλειδώνεται με τα μωρά στο σπίτι, κοιμούνται ως το μεσημέρι,, τα βράδια όμως….Τα κορίτσια ξεσαλώνουν, ακους γέλια, τραγούδια, μουσικές, κλάμματα, φωνές, κάνουν πρόβες τις αυτοσχέδιες μεταμφιέσεις- φορέματα και τακούνια, κακή απομίμηση των «πρωινατζούδων» προσπαθούν να αντιγράψουν τις ζωές που δεν θα ζήσουν….Κορίτσια στον καιρό τους , που δεν συνέχισαν το σχολείο μετά το δημοτικό, γιατί έπρεπε να περνούν με το καΪκι κάθε μέρα απέναντι στη στεριά για να πάνε στο γυμνάσιο,, βαριά ταλαιπωρία, έπρεπε να διαβάζουν, να είναι σε πρόγραμμα, άσε , καλύτερα στο σπίτι να περιμένεις το γαμπρό . Μα ο γαμπρός ,δεν φαίνεται σ’ αυτό το τόσο μικρό μέρος, κι έτσι ανακουφίζουν τους πόθους τους με κανέναν ξένο που ξεμένει εδώ τους χειμώνες….Μαζί με τα δύο μωρά, παρέα με την τηλεόραση, με την ψεύτικη, εικονική πραγματικότητα, όσο βλέπουν και ζηλεύουν τις αδύνατες παρουσιάστριες, τόσο τρώνε με πάθος κι όλο παχαίνουν και παχαίνουν….. Παραδίπλα,ο κυρ Σταύρος, παλιός μάγειρας - σε ποντοπόρα πλοία-, τι άλλο; ισχνός και αποστεωμένος, με τίποτα δεν υποψιάζεσαι ότι κάποτε η μαγειρική ήταν η ζωή του, με τα άσπρα του μαλλιά και τα πυρετώδη μάτια του , άλλος ένας φύλακας του χωριού, αφού κοιμάται ελάχιστες ώρες, τις ζεστές καλοκαιρινές νύχτες , αυτός , έξω σ΄ένα ραντζάκι , μπροστά στο κατώφλι, να κοιμάται τον ύπνο του λαγού, όταν δεν έχει πάει με τη βάρκα του για ψάρεμα …..Όταν τον ρωτούν πως πήγε η ψαριά, έλα μωρέ, λέει τίποτα σχεδόν, μην τον ματιάσουν , όλη μέρα ξεματιάζεται. Αυτός ο φαινομενικά καλοκάγαθος άνθρωπος, στην πραγματικότητα είναι ένας μικρός τύραννος για τις τρείς κόρες του που τις έχει κλείσει μέσα στο σπίτι , και τώρα που πέρασαν πια τα σαράντα τους, έχουν σχεδόν παραλοΪσει ,αθόρυβες μαραμένες σκιές, που κοιτάζουν τι συμβαίνει έξω , πίσω από τις γρίλιες των παραθύρων. Μόνη συντροφιά τους οι γάτες τους, το κύμα που σκάει μπροστά στην πόρτα τους, άλλοτε απαλό παραπονιάρικο μουρμούρισμα και άλλοτε απειλητικό, εχθρικό κάλεσμα, και η ταλαίπωρη μάνα τους, αχτένιστη, λιπόσαρκη, άβουλη φιγούρα-αερικό, που από τα χρόνια και την απεριόριστη υποταγή στον πατέρα αφέντη, καμπούριασε και κοιτάζει συνεχώς το πάτωμα, αμίλητη και πάντα απασχολημένη. Κι εκείνος ο κοσμογυρισμένος, που ξέρει να διηγείται ιστορίες, να πίνει και να γελάει, να κομπάζει και να καμαρώνει για τον άλλο του γιό από τον πρώτο του γάμο που ζεί στην Αθήνα, που είναι έξυπνος, όμορφος και του μοιάζει, που θα του τ’ αφήσει όλα σαν κλείσει τα μάτια, αφού είναι η συνέχειά του και τ’ αξίζει, κι ούτε λέξη γι’ αυτές εδώ τις άμοιρες γυναίκες !! Έχει έναν κακό λόγο για όλους, να τους κρίνει, να τους δικάσει,να βγάλει το άχτι του, για τ’ ασυγχώρητα δικά του λάθη, που δεν θα τα παραδεχθεί ποτέ. Πόσες φορές, τα κρύα βράδια του χειμώνα, όταν χουχουλιάζω στο ζεστό μου κρεββάτι κι έξω λυσσομανά ο αέρας,σκέπτομαι με φρίκη, πώς τη βγάζουν οι τέσσερις δόλιες γυναίκες σ’ αυτό το μικρό δίπατο σπίτι , που παραδέρνει , θαλασσοδαρμένο καράβι στ’ άγρια κύματα!! Κοιμούνται λέει στο πάνω πάτωμα, γιατί κάποιες μέρες μεγάλης κακοκαιρίας, το ισόγειο γεμίζει από νερά, φύκια και όστρακα. Μ’ έχει συνεπάρει αυτή η μικρή κοινωνία του πανέμορφου νησιού και δεν μπορώ να σταματήσω. Έχω δεί τόσα πολλά ακόμα.!! Αόρατος παρατηρητής, στις περίεργες ζωές τους…. Και τι να πείς για το πιο πίσω σπίτι, που τα πράγματα είναι πιο «πολιτισμένα». Εδώ , κατοικοεδρεύει η γυναίκα του καπετάνιου, η κυρά Σάσα, εμείς την αποκαλούμε «η χοντρή» τροφαντή και ζουμπουρλούδικη πενηντάρα, με τα προκλητικά στενά μπλουζάκια της, που τονίζουν το πλούσιο μπούστο της, τα μαύρα της κολάν ,που μέσα σ’ αυτά, ασφυκτιούν και πνίγονται τα παχουλά της μπούτια, τα χαϊμαλιά και τα τεράστια χρωματιστά σκουλαρίκια, με τη «γουρούνα» της για τις μετακινήσεις της. Η κυρία είναι πάντα σε τρελά κέφια, κι απίστευτη ζωντάνια! Ο καπετάνιος της, ταξιδεύει συνεχώς , για να προλαβαίνει τις ατέλειωτες απαιτήσεις της , η κόρη της ακολούθησε την αγάπη της κι έφυγε μακριά, κι έτσι, το πεδίο είναι ελεύθερο για δράση και ξεσάλωμα! Αντιλαλούν τα λαϊκά στη διαπασών τα απογεύματα,, έχει κολητηλίκια και με τη μάνα της Ασπασίας (μιας σοβαρής κομμώτριας στην Αθήνα) , από απέναντι, μιας εβδομηντάρας , τι να κάνουμε, άτι μας βρέθηκε,που την έχει ντύσει στο ίδιο στυλ, τις μέρες κοιμούνται ως αργά, τις νύχτες ανεβοκατεβαίνουν το δρόμο πάνω κάτω με τη γουρούνα, σαν αφηνιασμένες δεκαεξάχρονες!! Ο καπετάνιος, ψάχνει τα πράγματά του, γιατί κυκλοφορούν και πρόθυμοι για γλέντια νεαρούληδες άφραγκοι, Αλβανοί, κι αν μάλιστα το χρήμα ρέει… Τον περσινό Σεπτέμβρη ήταν , που εμφανίστηκε ξαφνικά ο καπετάνιος, κι είδε τον χρυσό του σταυρό, να λάμπει, στο λαιμό ενός Αλβανού, οι δύο αντίζηλοι πιαστήκανε στα χέρια, είδαν κι έπαθαν να τους χωρίσουν, ο νεαρός έλεγε ότι τον σταυρό τον βρήκε στην άμμο, η καπετάνισσα είχε λουφάξει και δεν έβγαζε άχνα, το χωριό χασκογελούσε…. Κανείς δεν πλήττει εδώ , αφού υπάρχουν τα παθήματα των άλλων…. Γελάω κι εγώ, τώρα που το θυμάμαι, μα, για μιια στιγμή , ποιος με φωνάζει; Ά, είναι η καημένη η γιαγιά η γειτόνισσα εκατό χρονών, που έρχεται , κούτσα, κούτσα. Ας κατέβω να δω…. ΕΠΙΣΤΡΕΦΩ ΣΕ ΛΙΓΟ…!!!………………………………………………………………… Νάμαι πάλι πίσω, καλά αυτό που έγινε, ήταν το καλύτερο!! Η γιαγιά, με πέρασε για άλλη, για ώρα πολλή της εξηγούσα, πως δεν είμαι αυτή που νομίζει και τότε , αρχίζει να μου διηγείται την ιστορία της. Είναι κι αυτή χήρα ναυτικού, καλά εδώ πέρα ,μπορείς να βάλεις στοίχημα, τι δουλειά κάνει κάποιος και να το κερδίσεις, έχει λοιπόν ,τέσσερις κόρες ( κι αυτή;) και τρείς συντάξεις, μία λόγω γήρατος, μία λόγω πολυτεκνίας, και μία λόγω ανάπηρου παιδιού, γιατί η τέταρτη κόρη η καημένη, είναι δύσμορφη και με βαριά νοητική καθυστέρηση, ένα μικρό ζωάκι που κυλιέται στο πάτωμα, θα είναι πάνω από πενήντα χρονών τώρα πια, που ζεί χάρη στη φροντίδα και την αγάπη αυτής της γιαγιάς. Καλά, τι άλλο θα δούν τα μάτια μου, σ’ αυτόν τον μικρό τόπο. Ένα Κωσταλέξι, λίγα μέτρα πιο κάτω από μένα…Η γιαγιά , σκουπίζει τα δάκριά της και με πιάνει από το χέρι. Ποιος θα το φροντίζει το καημένο, σαν εγώ φύγω; Αχ να μην το πετάξουν σε κανένα ίδρυμα! Τι τους κάνει, το άτυχο; Μια ζωούλα είναι και να δείς , πως με γνωρίζει και μου γελάει! Μόνο σε μένα γελάει, καταλαβαίνει το δόλιο, ποιος το αγαπάει…Πίστεψέ με κοπέλα μου, μου λέει μέσα στα κλάμματά της , αυτό τ’ αγαπάω πιο πολύ από τα’ άλλα μου παιδιά, κι ας είναι έτσι! Πάνω που είμαι έτοιμη να αρχίσω να κλαίω κι εγώ, ξαφνικά η γιαγια το γυρίζει. Αυτή η γαΪδούρα η κόρη μου , λέει και δείχνει κατά το χωριό, κακό χρόνο νάχει, μου θύμωσε και δεν πατάει εδώ να μας δεί, γιατί έδωσα ένα κομπόδεμα, κάτι λεφτά που είχα μαζέψει, στην ανηψιά μου, από την άλλη μου κόρη, που μου είπε πως θα φροντίσει το μαύρο, το ανάπηρο, λες κι αυτή , η κακό χρόνο να ‘χει, δεν πήρε τόση περιουσία από μένα… Το σπίτι που μένει, ποιός της το ‘δωσε παρακαλώ; Περιμένει η κακούργα να πεθάνω, αλλά εγώ πρώτη ,θα πιώ τον πικρό καφέ της, και, η γιαγιά , αρχίζει ένα τρελλό γέλιο!!! Τραντάζεται ολόκληρη, τη χαιδεύω στον ώμο κι αρχίζω να γελάω κι εγώ..Μα είνσι τόσο παράλογο, ποιος Ιονέσκο να βρεθεί να το περιγράψει……Τέλος πάντων, αφου γελάσαμε και γελάσαμε με τη γιαγιά, ξεκολλήσαμε επί τέλους κι έφυγα…………………………. Σήμερα, μια άλλη μέρα, ξημέρωσε ο Θεός, τα τζιτζίκια στο έργο τους, τα κοκοράκια επίσης, απολαμβάνω τον καφέ μου στη βεράντα, πριν ξυπνήσουν οι άλλοι, η γιαγιά , η αιωνόβια γιαγιά, η γειτόνισσα ,από δίπλα, πρωϊνή πρωϊνή, ακούγεται να κελαηδάει, μου υποσχέθηκε χθές πως δεν σκοπεύει να πεθάνει, έχει υποχρεώσεις, άλλωστε δεν πρόκειται να την αφήσουν και οι άλλοι, τρείς συντάξεις βλέπεις, έτσι τις περιφρονείς; Χθές βράδυ, τρώγαμε τις γαρίδες μας στην ταβέρνα «η ψαροπούλα» , ήταν μια πανέμορφη βραδιά με πανσέληνο, η πρώτη πανσέληνος του Αυγούστου, αφού η άλλη είναι προς το τέλος του μήνα, το κυματάκι έσκαγε στα πόδια μας, ένα απαλό αεράκι μας δρόσιζε, κι εμείς και δύο τρείς ακόμα παρέες, κυρίως από φλύαρους Ιταλούς, που είχαν κατεβεί από τα αραγμένα ιστιοπλοϊκά, είμαστε οι τυχεροί, στο σωστό μέρος, τη σωστή ώρα! Απολαμβάναμε την παγωμένη μπύρα μας δίπλα στου φεγγαριού την ανταύγεια, όταν έσκασε μύτη τρέχοντας προς εμάς, ο μπάρμπα Θύμιος, με το ποτήρι του στο χέρι, κοντούλης, ολοστρόγγυλος και καλωσυνάτος. Ο γαμπρός της γιαγιάς, της γειτόνισσας, μου είπαν, ο άντρας της μεγάλης της κόρης, που ζουν μαζί. Παλιός μάγειρας στα πλοία - τι προτότυπο!- τώρα είναι ο «σεφ » της «ψαροπούλας»!! ( παρεπιπτόντως, τη γυναίκα του την είδα το πρωί να παίρνει το θαλάσσιο λουτρό της μαζί με την αδερφή της, δύο νεράΪδες, με τις ρόμπες- μαγιό- τους, τεράστιες πάπιες, να πλατσουράνε στα ρηχά με τα φουστάνια τους να επιπλέουν σαν σαμπρέλες, χο, χο!!!) . Για πότε γίναμε κολλητοί με τον μπάρμπα, μπύρα τη μπύρα, τι συνταγές μου είπε, τι κόλπα να ταϊσεις 150 άτομα, και να είναι και πεντανόστιμα, έπρεπε να έρθω στην άκρη του πουθενά, για να μάθω, πώς διακοσμείς ένα ποτήρι σαμπάνιας με γαρίδες, κοκτεϊλ σως, και φύλλα σαλάτας και έχεις ένα σουπερ ορντερβρ! Όταν τον ρώτησα ,πως είναι στο νησί τον χειμώνα, τα μάτια του άστραψαν, πολύ πιο ωραία, μου είπε, πίνω τέσσερα, πέντε ουίσκι μέχρι το μεσημέρι στο καφενείο, καμια δεκαριά μπύρες το απόγευμα, ψαρεύω με τη βάρκα, έχω το περιβόλι και τα ζωντανά, μια χαρά μια χαρά. Σε φτάνει η σύνταξη για όλα αυτά μπάρμπα Θύμιο; Ισα ίσα με φτάνει για τα ποτά μου,μου αποκρίνεται και βάζει τα γέλια. Τη γριά να μην είχα να με πρήζει, εγώ, την κόρη της παντρεύτηκα, όχι του λόγου της, που μου χτυπά με τη μαγκούρα της την πόρτα μες τη νύχτα, και με κατατρομάζει…Ξέρεις τι άξιος νοικοκύρης είμαι εγώ; Εγώ που με βλέπεις, από τα δεκαεπτά μου στα καράβια, τρία σπίτια έχω χτίσει ,στο οικόπεδο που ήταν του πατέρα μου , ο βλάκας, και μου το ‘ταζε, θα μου το γράψει , δεν θα μου το γράψει, τους το χάρισα και μ’ έχασαν για πάντα, στις αδερφές μου, που να χουν το διάολο εκεί που είναι, άρχιζε να βρίζει ο παππούς, που αποδείχθηκε καθόλου καλοκάγαθος! Άρον άρον, με πήραν από κει , γιατί ο παππούς, είχε πάρει φόρα και ποιος ξέρει τι άλλο θ’ ακούγαμε!! Σταματάω , γιατί η γιαγιά που είναι ερωτευμένη με τον «άρχοντα», του σπιτιού που με φιλοξενεί, αυτή τη στιγμή, φωνάζει με όλη της τη δύναμη και πρέπει να ειδοποιήσω!!!! Θέλει πάλι, να του δώσει τα χόρτα, που μάζεψε με τα χεράκια της, καθαρισμένα και πλυμμένα… Για τους υπέροχους και φιλόξενους φίλους μου, θα γράψω άλλη φορά , για να μη γίνω κουραστική !!! Δεν έχω ακόμα μιλήσει για την άλλη πλευρά του νησιού, την πλευρά του λιμανιού, εκεί που κάθε βράδυ αράζουν τα δεκάδες ιστιοπλοΪκά. Ένας άλλος κόσμος, πραγματική έκπληξη!!! Η βόλτα εκεί μετα το ηλιοβασίλεμα είναι συναρπαστική εμπειρία, ν’ ακούς να μιλούν τόσες γλώσσες, ηλιοκαμμένοι ταξιδιώτες που συναντήθηκαν για ένα βράδυ, να φάνε ,να πιούν –κυρίως να πιούν- και ν’ανταλλάξουν γνώμες ,σε ποια παραλία ήταν αξέχαστα, πού έφαγαν το τέλειο ψάρι. Ποιος ξέρει πόσα ειδύλλια να γεννήθηκαν, που μάλλον θα σβήσουν με το τέλους του καλοκαιριού, όταν όλοι επιστέψουν στη σκληρή ,μονότονη και απαιτητική καθημερινότητα στην πατρίδα τους .Και χαμογελούν τα ευτιχισμένα πρόσωπα, έτσι κοκκινισμένα από τον καυτό ήλιο του Αιγαίου και αστράφτουν τα φλογισμένα μάτια , ευλογημένη ξενοιασιά των διακοπών, υπέροχη, εφήμερη και ακόρεστη, όπως όλα τα ωραία!!!! Μα ποιο ευτυχισμένη απ’ όλους είναι η Κάρολ, η κατάξανθη Σκανδιναυή με τα αχυρένια μαλλιά, που έχει στήσει το φορητό μαγαζάκι της με τα χειροποίητα κοσμήματα, κοντά στα μακρόστενα σε σειρές σειρές, τραπέζια , πιάνει την κουβέντα με όλους, ένα είδος αξιοθέατου του νησιού, με το αγοράκι της ένα σγουρό κοκκινομάλλικο Μόγλη με τα μακριά του μαλλιά στους ώμους ,να παίζει πιο πέρα, ξυπόλυτο και ευτιχισμένο. Είχε έρθει εδώ η Σκανδιναυή για διακοπές πριν από χρόνια, είδε ένα παλληκάρι του νησιού ,να καλπάζει πάνω σ’ ένα καμαρωτό άλογο,αυτό ήταν , έμεινε για πάντα , να ζεί δίπλα στο κύμα,με λίγα, τα απαραίτητα, τους σκληρούς, μοναχικούς χειμώνες και τα πανέμορφα καλοκαίρια. Αυτό έψαχνε. Τον τελευταίο παράδεισο!!!!
ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ : Τα πρόσωπα αυτά δεν θα τα συναντήσετε. Βρίσκονται στη φαντασία μου………..
ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ : Τα πρόσωπα αυτά δεν θα τα συναντήσετε. Βρίσκονται στη φαντασία μου………..
Τετάρτη, Ιουνίου 20, 2012
"AYTH"
Πως πέρασε η ώρα.....Πάλι άργησα στη δουλειά! Πριν κλείσει την εξώπορτα, θυμήθηκε τα σκουπίδια. Ξαναγύρισε να τα πάρει.Έφτασε βιαστικά στον κάδο , τα τακούνια της ηχούσαν στον δρόμο, σπάζοντας την ησυχία του πρωινού. Επέστρεψε πίσω στο σπίτι, μπήκε ξανά στο γκαράζ κι έβαλε μπρος τη μηχανή του αυτοκινήτου. Με στενοχώρια είδε, πως το τάσι της μπροστινής ρόδας ήταν διαφορετικό από τ' άλλα τρία ...προσωρινά τοποθετημένο εκεί πριν από κάμποσους μήνες, αλλά επειδή ουδέν μονιμότερον, Κύριος είδε πόσο ακόμα θα έμενε εκεί....Η διάθεσή της ήταν βαριά αυτό το πρωί της Παρασκευής. Ενώ θα έπρεπε να χαίρεται, όπως όλοι οι συνάδελφοί της στη δουλειά ,που τελειώνει η εβδομάδα, αυτή ήταν λυπημένη.Το Σαββατοκύριακό της δεν είχε και τις καλύτερες προοπτικές για να της δώσει χαρά. Όσο κι αν προσπάθησε να ομορφύνει τα πράγματα, δεν φαίνεται να κατάφερε πολλά. Αφού ο άνδρας της θα έλειπε αυτό το τριήμερο στους ιστιοπλοϊκούς αγώνες, πόσες γλυκές αποδράσεις θα μπορούσαν να την περιμένουν! Μόνη , χωρίς τα παιδιά να τρέχουν πίσω της, άλλοτε θα πετούσε από τη χαρά της. Άλλοτε! Κι όσο κι αν την είχε καλομεταχειριστεί ο χρόνος , έτσι όλοι της έλεγαν, η διάθεσή της είχε βαρύνει τελευταία, όλο και πιο δύσκολα πια ένοιωθε αληθινή χαρά, αληθινή ευτυχία, αληθινή ξενοιασιά.Ωστόσο έδειχνε πάντα νεανική, περιποιημένη, μοδάτη, χαμογελαστή, δοτική, εξυπηρετική, έξυπνα υπεύθυνη και λαμπερά δημιουργική. Όλες οι μέρες της ήταν γεμάτες. Δουλειά, παιδιά, αγώνας για την τάξη του σπιτιού. 25 χρόνια γάμου! Πως πέρασαν! σαν το νεράκι ." Όταν δεν τρέχεις πίσω από τις δουλειές , τότε η αύξηση της εντροπίας δηλ. της της αταξίας, απαιτεί από σένα διπλό κόπο" .Αυτό ήταν το μότο της. Και πάσχιζε να τα προλάβει όλα. Όταν τα παιδιά ήταν μικρά, δεν της έμενε δευτερόλεπτο να σκεφθεί και να αναρωτηθεί αν κάτι δεν πάει καλά , "αν άλλα είν΄εκείνα που αγαπά και γι' αλλού, γι' αλλού ξεκίνησε"! Τα βράδια, τα έβλεπε να κοιμούνται ήσυχα στα κρεβατάκια τους, αφού είχε τελειώσει με την κουζίνα,το μαγείρεμα, το σχεδιασμό για τις προμήθειες του σπιτιού, την ακαταστασία των παιχνιδιών, και ότι άλλο είχε εκτοξευθεί στο πάτωμα, αργότερα με τον έλεγχο των μαθημάτων τους, τα πλυντήρια και τα σιδερώματα, τότε ένοιωθε μια γλυκιά ανακούφιση , χαλαρωμένη στην πολυθρόνα της, ανάμικτη με τύψεις που απολάμβανε την ήρεμη θαλπωρή του σπιτιού , χωρίς φωνές, σπρωξίματα, μαλώματα,παιδικούς καυγάδες, εκρήξεις γέλιου και θυμού . Τα παιδάκια μου είναι στα ράφια τους, συνήθιζε να λέει χαμογελώντας, που άλλη μια μέρα κύλισε χωρίς βίαιες ανατροπές στη ρουτίνα της.
Μπροστά στην τηλεόραση, την έπαιρνε συνήθως ο ύπνος, ενώ ο άνδρας της που είχε στο μεταξύ επιστρέψει, χασμουριόταν στη διπλανή πολυθρόνα. Έτσι με την απουσία του κύλησαν τα χρόνια,απουσία που την έβρισκε δικαιολογημένη στην αρχή, αναγκαστική στέρηση αργότερα, εγωιστική εγκατάλειψη μετά, αφόρητη στέρηση σήμερα. Απουσία, που της έβγαζε θυμωμένες αντιδράσεις μερικές φορές ιδιαίτερα εκρηκτικές, και με τα χρόνια, όλο και πιο λεκτικά βίαιες. Κάποτε, σ' ένα σεμινάριο ψυχολογίας που παρακολουθούσε, είχε ρωτήσει τον ψυχίατρο εισηγητή αν είναι δικαιολογημένη η αγανάκτησή της, αν είναι υπερβολικές οι απαιτήσεις της,να έχει σύντροφο στη ζωή και συμπαραστάτη στην οικογένεια,κι εκείνος της είχε απαντήσει επί λέξει:" προσπάθησε να βρείς γιατί δεν θέλει να είναι σπίτι.Τι είναι εκείνο που τον ενοχλεί, που τον κουράζει, που τον απομακρύνει.Είναι φανερό πως οργανώνει τον χρόνο του όπως τον βολεύει.Αργά να ξυπνάει το πρωί, αργά να επιστρέφει. Αφού μπορεί...... Κι έτσι έκανε κι εκείνος μετάθεση της ευθύνης σ' αυτήν.
Μ' αυτές τις σκέψεις έφθασε στη δουλειά. Η μέρα κύλησε όπως συνήθως, άλλωστε αυτή ήταν αρκετά ευσυνείδητη, αγαπητή στους συναδέλφους, εργατική, υπομονετική, μέτρια φιλόδοξη, όμως δημιουργικά αποτελεσματική και ευχάριστα συνεργάσιμη. Πριν επιστρέψει στο άδειο σπίτι, είχε προηγουμένως φροντίσει να στείλει δυο τρία SMS σε φίλες της που ήξερε πως είναι διαθέσιμες, κυρίως ανύπαντρες ή χωρισμένες.Πρέπει να ήταν πολύ φανερή η λαχτάρα της για συντροφιά, γιατί όλες έσπευσαν να της απαντήσουν.Στη θάλασσα προσπάθησε να χαλαρώσει, η παρέα έκανε ότι μπορούσε να της φτιάξει τη διάθεση, το παιχνίδισμα του ήλιου στα κύματα, το καλοκαιρινό ελαφρά μυρωμένο αεράκι, το άρωμα καρύδας του αντηλιακού, τα γυμνά της πόδια πάνω στην άμμο την ξανθή, όλα ήταν εκεί να τα ανακαλύψει από την αρχή. "Είμαι ζωντανή, είμαι καλά, ακόμα επιθυμητή, έχω όμορφο χαμόγελο, αρκετά γυμνασμένο λεπτό σώμα, χαριτωμένο βάδισμα, συμπαθητική προσωπικότητα, μέτρια εξυπνάδα, αλλά είμαι ακόμα άπληστη για γνώση και δημιουργική δράση". Μ' αυτά τα όπλα σκεπτόταν, πρέπει ν' αγαπήσει τον εαυτό της από την αρχή, αντί να αφεθεί να βυθιστεί στην ηττοπάθεια και την midle age κατάθλιψη. Άλλωστε δεν πίστευε για τον εαυτό της πως είναι αήττητη; Μ' ένα τόσο ωραίο φεγγάρι ψηλά το κεφάλι, σιγοψιθύρισε, όταν αργά το βράδυ γύρισε το κλειδί στην πόρτα. " Αύριο καινούρια μέρα σκέφθηκε λίγο πριν την πάρει ο ύπνος. Έχω να φτιάξω και τυρόπιτα, που αρέσει στον προκομμένο που θα γυρίσει απ' τους αγώνες!!!!!!!
Μπροστά στην τηλεόραση, την έπαιρνε συνήθως ο ύπνος, ενώ ο άνδρας της που είχε στο μεταξύ επιστρέψει, χασμουριόταν στη διπλανή πολυθρόνα. Έτσι με την απουσία του κύλησαν τα χρόνια,απουσία που την έβρισκε δικαιολογημένη στην αρχή, αναγκαστική στέρηση αργότερα, εγωιστική εγκατάλειψη μετά, αφόρητη στέρηση σήμερα. Απουσία, που της έβγαζε θυμωμένες αντιδράσεις μερικές φορές ιδιαίτερα εκρηκτικές, και με τα χρόνια, όλο και πιο λεκτικά βίαιες. Κάποτε, σ' ένα σεμινάριο ψυχολογίας που παρακολουθούσε, είχε ρωτήσει τον ψυχίατρο εισηγητή αν είναι δικαιολογημένη η αγανάκτησή της, αν είναι υπερβολικές οι απαιτήσεις της,να έχει σύντροφο στη ζωή και συμπαραστάτη στην οικογένεια,κι εκείνος της είχε απαντήσει επί λέξει:" προσπάθησε να βρείς γιατί δεν θέλει να είναι σπίτι.Τι είναι εκείνο που τον ενοχλεί, που τον κουράζει, που τον απομακρύνει.Είναι φανερό πως οργανώνει τον χρόνο του όπως τον βολεύει.Αργά να ξυπνάει το πρωί, αργά να επιστρέφει. Αφού μπορεί...... Κι έτσι έκανε κι εκείνος μετάθεση της ευθύνης σ' αυτήν.
Μ' αυτές τις σκέψεις έφθασε στη δουλειά. Η μέρα κύλησε όπως συνήθως, άλλωστε αυτή ήταν αρκετά ευσυνείδητη, αγαπητή στους συναδέλφους, εργατική, υπομονετική, μέτρια φιλόδοξη, όμως δημιουργικά αποτελεσματική και ευχάριστα συνεργάσιμη. Πριν επιστρέψει στο άδειο σπίτι, είχε προηγουμένως φροντίσει να στείλει δυο τρία SMS σε φίλες της που ήξερε πως είναι διαθέσιμες, κυρίως ανύπαντρες ή χωρισμένες.Πρέπει να ήταν πολύ φανερή η λαχτάρα της για συντροφιά, γιατί όλες έσπευσαν να της απαντήσουν.Στη θάλασσα προσπάθησε να χαλαρώσει, η παρέα έκανε ότι μπορούσε να της φτιάξει τη διάθεση, το παιχνίδισμα του ήλιου στα κύματα, το καλοκαιρινό ελαφρά μυρωμένο αεράκι, το άρωμα καρύδας του αντηλιακού, τα γυμνά της πόδια πάνω στην άμμο την ξανθή, όλα ήταν εκεί να τα ανακαλύψει από την αρχή. "Είμαι ζωντανή, είμαι καλά, ακόμα επιθυμητή, έχω όμορφο χαμόγελο, αρκετά γυμνασμένο λεπτό σώμα, χαριτωμένο βάδισμα, συμπαθητική προσωπικότητα, μέτρια εξυπνάδα, αλλά είμαι ακόμα άπληστη για γνώση και δημιουργική δράση". Μ' αυτά τα όπλα σκεπτόταν, πρέπει ν' αγαπήσει τον εαυτό της από την αρχή, αντί να αφεθεί να βυθιστεί στην ηττοπάθεια και την midle age κατάθλιψη. Άλλωστε δεν πίστευε για τον εαυτό της πως είναι αήττητη; Μ' ένα τόσο ωραίο φεγγάρι ψηλά το κεφάλι, σιγοψιθύρισε, όταν αργά το βράδυ γύρισε το κλειδί στην πόρτα. " Αύριο καινούρια μέρα σκέφθηκε λίγο πριν την πάρει ο ύπνος. Έχω να φτιάξω και τυρόπιτα, που αρέσει στον προκομμένο που θα γυρίσει απ' τους αγώνες!!!!!!!
Πέμπτη, Ιουνίου 14, 2012
"ΑΥΤΟΣ"
Χαράματα, και την πρωινή ησυχία σπάει το βραχνό κοκοράκι από το ξυπνητήρι του κινητού.Η συμβία του πετάχτηκε από το κρεβάτι σαν ελατήριο, διέσχισε το δωμάτιο και βιάστηκε να το κλείσει για να μην τον ενοχλήσει.Οι κινήσεις της ήταν οι ίδιες κάθε πρωί.Μπάνιο, ντύσιμο, όσο μπορούσε πιο ήσυχα, άνοιγμα κι αμέσως μετά σιγανό κλείσιμο της πόρτας. Την παρακολουθούσε με την άκρη του ματιού του μισοναρκωμένος. Ύστερα βυθίστηκε πάλι στον ύπνο.Όπως έκανε πάντα, 25 χρόνια τώρα που ζούσε μαζί της. Βρισκόταν ήδη στο καινούριο όνειρο, όταν πετάχτηκε από το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Άνοιξε τα μάτια και προσπάθησε να συνειδητοποιήσει που βρίσκεται. Άπλωσε μηχανικά τα χέρια του κι άρπαξε τ' ακουστικό. Άκουσε την στριγγιά φωνή της πεθεράς του , ήταν τρομαγμένη , κάποιος της τηλεφωνούσε και της το έκλεινε όταν απαντούσε, έψαχνε με αγωνία την κόρη της ,μήπως της λύσει το γρίφο.Τότε ξύπνησε για τα καλά. Της είπε δυο τρία ενθαρρυντικά λόγια της παρηγοριάς, ούτε θυμόταν μετά τι, κοίταξε το ρολόι του, είχε πάει οκτώ. Έπρεπε να σηκωθεί για το γραφείο. Ξαφνικά θυμήθηκε ότι σήμερα δεν έχει να πάει στη δουλειά γιατί... γιατί ήρθε η πολυπόθητη μέρα της εκδρομής . Στη σκέψη του ιστιοπλοϊκού χαμογέλασε και ανασηκώθηκε χαρούμενος. Βέβαια, τα μαθήματα της ιστιοπλοϊας που ήταν ένα δώρο που μπήκε αναπάντεχα στη ζωή του, τον έκαναν να σκεφτεί τι είχε χάσει τόσον καιρό που μόνο δούλευε.Δούλευε.... Τριάντα χρόνια χρόνια δώδεκα και δεκατέσσερις ώρες την ημέρα. Δεν παραπονιόταν.Το γραφείο του άρεσε, είχε καλή εξέλιξη, είχε εξουσία, καλούς συνεργάτες, καλές κι όμορφες γραμματείς, αρκετά καλά λεφτά, εκεί ήταν όλη του η ζωή.Από εκεί μέσα έπαιρνε δύναμη, ζωντάνια, ψυχαγωγία, επιβεβαίωση, γνώση, δημιουργία, δόξα, σεβασμό, αισιοδοξία, αυτοεκτίμηση, Όταν επέστρεφε μετά τις 9 το βράδυ στο σπίτι, ήταν γεμάτος με τις εντυπώσεις και τις εικόνες τις μέρας,, αισθανόταν μια γλυκειά κούραση και με υπερηφάνεια δήλωνε μπουκωμένος με φαγητό σ΄όσους του τηλεφωνούσαν εκείνη την ώρα, " πριν λίγο γύρισα και τρώω το μεσημεριανό μου..."Καθώς όμως περνούσε η ώρα, η διάθεσή του έπεφτε. Λίγο η ένταση της μέρας, λίγο η γκρίνια της καλής του που του τα μάζευε όλα να του τα πει βραδιάτικα, την άκουγε, δεν την άκουγε άλλοτε της απαντούσε, άλλοτε περίμενε υπομονετικά να τελειώσει, μερικές φορές τον έπιαναν τα νεύρα του , γιατί δεν τον άφηναν ήσυχο....Τι άλλο πια ήθελε από αυτόν; Την αγαπούσε, είχε φτιάξει πολύ ωραίο σπίτι, δύο αυτοκίνητα, δύο παιδιά, είχε τόσα να καμαρώνει! Αυτή ήταν τυχερή που δούλευε μέχρι το μεσημέρι της τόνιζε συχνά, είχε δικές της τόσες ελεύθερες ώρες! Βέβαια , όταν αυτός επέστρεφε τα βράδια από τη δουλειά, ήταν όλος δικός της... Να του κάνει παρέα την ώρα που τρώει, να του πει δυο ενθαρρυντικά λόγια, να τον χαϊδέψει, και θύμωνε πολύ όταν καμιά φορά, σπάνια, την άκουγε να μιλάει στο τηλέφωνο με τις φίλες της και δεν του έδινε σημασία. Όταν τα παιδιά ήταν μικρά ,πήγαινε πάνω στα κρεβατάκια τους και τα χάιδευε. Πόσο του έλειπαν!Ευτυχώς υπήρχε το Σαββατοκύριακο να τα χαρεί όσο ήθελε.Καλά και είχε δίπλα του αυτήν τη δυνατή γυναίκα ! Σκεπτόταν τότε..Ήταν πολύ ικανή.Τα φρόντιζε πολύ.Το φαγητό τους, τα ρούχα τους, τα σχολεία τους, τις ξένες γλώσσες, τα σπορ τους...Αυτή τον αναπλήρωνε επάξια σε όλα. Όταν του παραπονιόταν ότι έπρεπε να γυρίζει σπίτι νωρίτερα, έστω κάποιες μέρες αυτός σκεπτόταν.Μα τι λέει; Και οι δυο στο σπίτι; Τι είμαι εγώ; αργόσχολος; Τόσα πολλά χρόνια πέρασαν σαν το νεράκι.Τα παιδιά τράβηξαν τους δικούς τους δρόμους.Τους μιλούσε συχνά στο τηλέφωνο, τους έλεγε τη γνώμη του όταν του τη ζητούσαν, τα αγαπούσε πολύ, νοιαζόταν χαιρόταν, καμάρωνε.Τώρα που κοντεύει στη σύνταξη, μερικές φορές αναρρωτιόταν πώς θα ήταν μετά...Τι θα τις έκανε όλες αυτές τις ελεύθερες ώρες που θα είχε.Απο τώρα έκανε τα πλάνα του, πού θα δούλευε.Φύσει αισιόδοξος άνθρωπος, δε θα μελαγχολούσε.Λύσεις υπάρχουν πολλές αν δεν είσαι τεμπέλης έλεγε στους φίλους του που μερικοί ήταν ήδη στη σύνταξη, χαιρόντουσαν την ξενοιασιά τους και τον κοιτούσαν παράξενα. Ξαφνικά του προέκυψε αυτό το δώρο, τα μαθήματα της ιστιοπλοϊας. Ένας καινούριος κόσμος άνοιξε μπρος του διάπλατα. Χόμπι! Χρόνος για σένα! Όλος δικός σου! Καινούριοι άνθρωποι στη ζωή του, καινούρια ενδιαφέροντα, νέα γνώση, νέες πηγές χαράς, ζωντάνια, ευχαρίστηση! Έτσι σήμερα είχαν την πρώτη τριήμερη εκδρομή στα νησιά ! Ήταν γεμάτος χαρά. . Η γυναίκα του μούτρωνε μ΄αυτές τις νέες ώρες απουσίας, αλλά δεν πειράζει. Αυτή θα βρεί κάτι να κάνει. Έχει φίλες, ενδιαφέροντα! Μόνο να μην του μουρμουράει, γιατί του χαλάει τη διάθεση...
Σήμερα λοιπόν, σε λίγο, ξεκινά ένα ενδιαφέρον τριήμερο.Στο μπάνιο σιγοσφύριζε χαρούμενα, μπροστά από την ντουλάπα στάθηκε αρκετή ώρα . Να διαλέξει... Αυτά για τα πρωϊνά , κάτι πιο ζεστό για τα βράδια.Και τα χρώματα... Να του ταιριάζουν. Στην κουζίνα βρήκε το σημείωμά της , του έδινε κάποιες οδηγίες, για τα φυτά, για κάποιες εκκρεμότητες του σπιτιού. Εντάξει, εντάξει.... Ο ήχος της μηχανής του αυτοκινήτου όταν έστριψε το κλειδί, ήταν αλλιώτικος αυτό το πρωϊ . Ακούστηκε σαν όμορφο τραγούδι, Η πόρτα του γκαράζ άνοιξε όπως κάθε μέρα , αλλά για πρώτη φορά πρόσεξε πόσο γαλάζιος ήταν ο ουρανός και πόσο γλυκά κελαηδόυσαν τα κοτσύφια. Καλό μου ταξίδι......ευχήθηκε στον εαυτό του.
Σήμερα λοιπόν, σε λίγο, ξεκινά ένα ενδιαφέρον τριήμερο.Στο μπάνιο σιγοσφύριζε χαρούμενα, μπροστά από την ντουλάπα στάθηκε αρκετή ώρα . Να διαλέξει... Αυτά για τα πρωϊνά , κάτι πιο ζεστό για τα βράδια.Και τα χρώματα... Να του ταιριάζουν. Στην κουζίνα βρήκε το σημείωμά της , του έδινε κάποιες οδηγίες, για τα φυτά, για κάποιες εκκρεμότητες του σπιτιού. Εντάξει, εντάξει.... Ο ήχος της μηχανής του αυτοκινήτου όταν έστριψε το κλειδί, ήταν αλλιώτικος αυτό το πρωϊ . Ακούστηκε σαν όμορφο τραγούδι, Η πόρτα του γκαράζ άνοιξε όπως κάθε μέρα , αλλά για πρώτη φορά πρόσεξε πόσο γαλάζιος ήταν ο ουρανός και πόσο γλυκά κελαηδόυσαν τα κοτσύφια. Καλό μου ταξίδι......ευχήθηκε στον εαυτό του.
Πέμπτη, Ιουνίου 07, 2012
ΒΙΑ ΚΑΙ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ
Είμαι σπίτι και προσπαθώ να διορθώσω τα διαγωνίσματα. Τυραννικά βαρετή και ασφυκτικά υπεύθυνη δουλειά, που αν δεν προσέξεις και αδικήσεις κανένα, τα εφηβάκια είναι έτοιμα να σε κατασπαράξουν!Λέω ας κάνω διάλειμμα, ας μπω στο IPAD να δω τι γίνεται στον παγκοσμιοποιημένο πλανήτη ! Στον ψηφιακό , ψεύτικο κόσμο που μας έβαλαν να ζούμε με καμια πεντακοσαριά φίλους και στην πραγματικότητα με κανέναν. Τρόμος, μιζέρια, ευρωλιγουρίαση,αυτά διαβάζω συνεχώς για την Ελλάδα του 2012.Και ξαφνικά, πέφτω πάνω στις μπουνιές του χρυσαυγίτη, εναντίον της αριστερής βουλευτίνας, στο ιδιωτικό κανάλι του συστήματος. "Παλιοκουμμούνι" της λέει,"φασισταριό" του απαντά. Πάνω στη σύγχυση και με τον παρουσιαστή να μην μπορεί να κρύψει τη χαρά του ,ο χρυσαυγίτης, σηκώνει το χέρι του και την καταχερίζει, ενώ έχει προηγηθεί μπουγέλωμα απο τον ίδιο, πάνω στην καλοχτενισμένη ξανθιά κόμη της έτερης βουλευτίνας της άλλης αριστεράς. Έτσι για την ιστορία,αυτήν την άλλη αριστερά τους ΣΥΡΙΖΑΙΟΥΣ του αλλοτινού 4%, εντελώς απρόβλεπτα, όλο το σύστημα χαϊδολογάει και σπρώχνει με το ζόρι στην εξουσία. Οι δύο εν λόγω γυναίκες της αριστεράς, ομονοούν προς στιγμήν, για πρώτη τους φορά, και συμφωνούν:"πυροβολείστε τον φασίστα πριν σας πυροβολήσει αυτός". Λες αυτό να γίνεται γιατί ο ήλιος, η Αφροδίτη, και η Γή ευθυγραμμίζονται στο Σύμπαν αυτές τις μέρες, ή είναι όπως λένε μερικοί, επανάληψη της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης , με τον Χίτλερ του 3% να θέλει να κατακτήσει τον κόσμο και το πλήθος να τον χειροκροτεί!Ο τραμπούκος, ορμά σαν ταύρος στην έξοδο, οι τεχνικοί και τα κορίτσια του σταθμού προσπαθούν να τον συγκρατήσουν, τον κλειδώνουν σ' ένα καμαράκι, αυτός σπάει την πόρτα κι εξαφανίζεται. Ας μην ανησυχούμε δεν θα πάει αυτόφωρο, θα τον προστατέψει η αστυνομία!!!!Κάπως έτσι πάμε για τις δεύτερες εκλογές και στα κανάλια άρχισε να γίνεται ...της Κορέας...Καλά λέει ο Καζάκης μας πάνε σε εμφύλιο.Καλύτερα να εξοντώνουμε μέχρι θανάτου ο ένας τον άλλον και οι ληστές με τα σκούρα κουστούμια, να ζουν μες την αγωνία, πώς θα επενδύσουν τα τεράστια κέρδη από το τζόγο που παίζουν πάνω στις πλάτες μας.Κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει που λέει και ο Σαββόπουλος!!!
Εν τω μεταξύ, το σύστημα υγείας καταρρέει, το ασφαλιστικό το ίδιο, τα φάρμακα τελειώνουν, το κράτος δεν πληρώνει παρά μόνο τις τράπεζες και τους δανειστές τοκογλύφους "εταίρους", οι άνεργοι πληθαίνουν, τα εκφοβιστικά διλήμματα πληθαίνουν,οι νέοι φεύγουν όπου βρούν,οι Γερμανοί απειλούν, κι οι ντόπιοι ιθαγενείς ψηφοφόροι
τρώνε τούμπες, γλιστρώντας πάνω στις μπανανόφλουδες που τους πετάει το σύστημα διάσωσης, που συμπτωματικά είναι αυτό που δημιούργησε το πρόβλημα!!!!
Δευτέρα, Μαΐου 21, 2012
Μπορεί η αλήθεια νάν' θνητή, το ψέμα αθάνατο;
Τετάρτη, Μαΐου 09, 2012
Μέσα στη σύγχυση κυλούν οι μέρες.Πέρασαν κι οι εκλογές, αποφασίσαμε και δεν αποφασίσαμε, γι' αυτό και θα ξαναψηφίσουμε, για να σκεφτούμε καλύτερα.Στο μεταξύ πήραμε μια προσωρινή αναστολή από τα μνημονιακά μέτρα που μας βαράγανε κατακέφαλα, εμείς που ακόμα δουλεύουμε και πληρωνόμαστε, γιατί οι άλλοι που ζουν το μαρτύριο της ανεργίας, μέσα στην απελπισία τους, δεν έχουν καν την πολυτέλεια να σκέπτονται.Η αλήθεια είναι πως μετά από τόση λοβοτομή στον εγκέφαλο που μας έκαναν τα ΜΜΕ ,εμείς δεν μασήσαμε, τούς αναγκάσαμε να μπερδεύουν τα λόγια τους , με ποιόν είναι τώρα, με μας ή με τ' αφεντικά τους, που τους μπούκωναν για να μας ταϊζουν κουτόχορτο, είναι πολύ διασκεδαστικό να τους βλέπεις να κάνουν κολοτούμπες.Οι αριστεροί σάστισαν από την επιτυχία τους, δεν ξέρουν πως να την διαχειριστούν , νομίζουν ότι είναι παιδική χαρά η κρίση , φοβάμαι ότι θα τους αφήσουν να κάνουν βλακείες και μετά οι δοσίλογοι προδότες, με την βοήθεια και των αυτόκλητων εταίρων της σωτηρίας, θα σπεύσουν σαν αρπακτικά να μας αποτελειώσουν , απαιτώντας να τους πούμε και ευχαριστώ για την επέμβαση.Εκείνο το ανεκδιήγητο ΚΚΕ των αργόμισθων καρεκλοκένταυρων, αρνείται να βάλει ένα χεράκι, να κατεβάσει καμιά καλή ιδέα, να βοηθήσει τον Τσίπρα να ανακουφιστεί ο κόσμος, έστω και προσωρινά, προτιμά να παραμείνει παραθρησκευτική οργάνωση λαϊκής κατήχησης,και εκ του ασφαλούς να τα βάζει με την "πλουτοκρατία"!!!Κάθεται στη γωνία καλοταϊσμένο απο τις Ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, ας κόψουμε το λαιμό μας οι υπόλοιποι, όταν νικηθεί ολοκληρωτικά ο καπιταλισμός, δηλ. του Αγίου φούφουτου , θα αναλάβει δράση..Παρακολουθώ εδώ και καιρό, έναν δεξιό νεαρό δημοσιογράφο, που εντελώς τυχαία μετά από μια συνέντευξη που πήρε από έναν αιρετικό, αντιμνημονιακό αριστερό οικονομολόγο, σε έναν ραδιοφωνικό σταθμό, έμπλεξε σ' έναν ποταμό καθημερινών εκπομπών επικαιρότητας μαζί του , άνοιξε τα μάτια του, άνοιξε και τα δικά μας, μέχρι που τον απέλυσαν, και διέκοψαν την εκπομπή.Αυτός ο οικονομολόγος με το δισάκι του στον ώμο, σαν άλλος Κοσμάς ο Αιτωλός γύρισε όλη την Ελλάδα ,με μοναδικό σκοπό να ενημερώσει τον " λαό" γι' αυτά που έρχονται, του 'πεσαν από κοντά όπως ήταν φυσικό διάφοροι παλιοί και όψιμοι νεοεπαναστάτες, τον έπεισαν να κάνει κόμμα, τον έκαναν σημαία, τον κατέβασαν στις εκλογές,ποιος να τους γνωρίσει χωρίς χορηγούς, χωρίς κομματικές επιχορηγήσεις, χωρίς προβολή στα μέσα παρά μόνο στο Internet,αναμενόμενα καταποντίστηκαν. Είναι πολύ συγκινητικό οι δυο τους, ο δεξιός, αφοσιωμένος, νεοφώτιστος δημοσιογράφος κι ο προφήτης, περιθωριακός , ιδεολόγος, στοχοπροσηλωμένος δάσκαλος, να συνεχίζουν έναν απελπισμένο άνισο αγώνα με αντίπαλο όλο το μηχανισμό του νέου τύπου ολοκληρωτισμού που ήρθε απρόσμενα να μας αλώσει τη ζωή...Δεν ξέρω αλλά το ένστικτό μου μου λέει πως είναι πολύ αγνοί οι δυο τους και με έχει συνεπάρει όλο αυτό, σκέπτομαι ότι πρέπει πιο ενεργά να βοηθήσω... Προς το παρόν όμως με καλεί το οικογενειακό οικιακό καθήκον, χαρά και εργασία...
Σάββατο, Μαρτίου 31, 2012
ΠΟΥΛΙΑ ΤΗΣ ΔΥΣΤΥΧΙΑΣ
Mιά φορά κι ένα καιρό ήταν μια μικρή χώρα που όλοι έλεγαν ότι ήταν πανέμορφη.Είχε ήλιο, πολύ ήλιο, εκτός από ελάχιστες μέρες το χρόνο, νησιά, πολλά νησιά σκορπισμένα μέσα σε μια γαλάζια, καταγάλανη θάλασσα, κάτασπρα φρεσκοβαμμένα σπιτάκια με γλάστρες πνιγμένες στις μπιγκόνιες, γιασεμιά, γεράνια, τριαντάφυλλα στα μπαλκόνια, και ότι άλλο βάζει ο νούς σου.Τα καλοκαίρια, μεθυσμένα μισόγυμνα κορίτσια, κολυμπούσαν στα δροσερά ακρογιάλια και μετά λιάζονταν με τις ώρες στις πανέμορφες δαντελωτές αμμουδιές. Τα βράδια στα νησιά, ξεσαλωμένοι τουρίστες χόρευαν και έπιναν μέχρι το πρωί στα μισοσκότεινα μπαράκια τα απλωμένα στις παραλίες.Τα χειμωνιάτικα βράδια που οι ξένοι ήταν απειροελάχιστοι, δροσερά αγόρια και κορίτσια ξεχύνονταν στους δρόμους στο Θησείο, στου Ψυρρή, στο Κολωνάκι, στην πλατεία Μαβίλη, αλλά και στην αγορά του Μοδιάνο στη Θεσσαλονίκη και στ' άλλα κέντρα των μεγάλων επαρχιακών πόλεων. Παιδιά φοιτητές, με καθαρή σκέψη και μπερδεμένα όνειρα. Σ' αυτήν τη χώρα οι γονείς έκαναν θυσίες για να σπουδάζουν τα παιδιά τους. Το θεωρούσαν θέμα τιμής να τους προσφέρουν τα πάντα. Μόρφωση, ξένες γλώσσες, μπαλέτο, αθλητισμό, φρόντιζαν και για το απώτερο μέλλον τους. Σπίτια για τις μελλοντικές οικογένειές τους ίσως και εξοχικό...Τα μεσημέρια η τηλεόραση ασχολείτο με κουτσομπολιά, απ' τη ζωή των ντόπιων και ξένων stars καμιά φορά και με σκληρά reality shows απο τις παρακμιακές σχέσεις των φτωχότερων τάξεων. Όλα κυλούσαν ήρεμα και χαλαρά.Τα κυριακάτικα μεσημέρια οι πολυάσχολες οικογένειες μαζεύονταν στα καλοστρωμένα τραπέζια, τα παιδιά γκρίνιαζαν γιατί ήθελαν λιγότερη καταπίεση, οι γιαγιάδες είχαν άποψη για όλα... Εμείς στον καιρό μας...Οι μανάδες έτρεχαν να τα προλάβουν όλα, δουλειά, παιδιά, υποχρεώσεις φίλους, τραπεζώματα, πεθερικά..Ώσπου.....αν υπήρχε μουσική, σ' αυτό εδώ το σημείο θα χτυπούσαν τύμπανα πολέμου και μια συμφωνία κρουστών.Τα φώτα θα χαμήλωναν . Όρνεα και κοράκια μαύρισαν τον καταγάλανο ουρανό. Τα τύμπανα δυνάμωσαν.Οι άνθρωποι κρύφτηκαν φοβισμένοι.Σμήνη μαύρων πουλιών, πουλιών της δυστυχίας έπεσαν πάνω τους. Σοκ και δέος. Τούς βρήκαν απροετοίμαστους.Η χαρά έσβησε.Θλίψη, θυμός αγανάκτηση,κυριάρχησαν, οι άνθρωποι αφέθηκαν να τους παρασύρει η απελπισία. Η ζωή τους μαύρισε. Πείνα, απογοήτευση, αυτοκτονίες, ερημιά. Στα άλλοτε γελαστά πρόσωπα αποτυπώνεται η δυστυχία, η κατάθλιψη. Ένα μεγάλο γιατί κυκλοφορεί απο στόμα σε στόμα. Σε λίγο με τη συνεργασία κάποιων δικών τους δοσίλογων μπήκαν στην πόλη οι εχθροί... Τα αγόρασαν όλα για πενταροδεκάρες.Της άλλαξαν και το όνομα.. Κι όλο αυτό το ονόμασαν εκσυχρονισμό και παγκοσμιοποίηση. Κάποιοι συμβιβάστηκαν, εξαγοράστηκαν, πρόδωσαν, πλούτισαν. Οι μορφωμένοι νέοι,με πτυχία και προσόντα, που δεν τους κρατούσε πια ο τόπος τους,έγιναν νεομετανάστες , τσιγγάνοι της Ευρώπης, της Αμερικής και της Αυστραλίας. Η χώρα αφανίστηκε. Οι ντόπιοι προδότες, είπαν ότι την έσωσαν και συνέχισαν αδιάντροπα ανενόχλητοι την υπόλοιπη ζωή τους, με αχόρταγη απληστία για εξουσία και δύναμη. Αυτοί που έφυγαν, δημιούργησαν καινούρια ζωή σε χώρες γκρίζες με συννεφιά και σκυθρωπούς ανθρώπους.Τα παιδιά τους, μιλούσαν άλλη γλώσσα και δεν ήθελαν να ξέρουν ότι οι γονείς τους εγκατέλειψαν τη γη της επαγγελίας γιατί δεν άντεχαν να ζούν στη μιζέρια, την εξαθλίωση, την άθλια προπαγάνδα των ΜΜΕ, τη βάναυση και βίαιη καταρράκωση της αξιοπρέπειάς τους.Τους είπαν τεμπέληδες, λαμόγια, κλέφτες, μιζαδόρους, απατεώνες μπαταχτσήδες, ανάξιους να ζούν χαρούμενοι στον τόπο τους.Και τους τα πήραν όλα. Ακόμα και την ιστορία τους αφού δεν είναι μόνο δική τους. Ανήκει και στους δυνάστες, είναι όλοι τους απόγονοιτων ίδιων ένδοξων προγόνων, που δημιούργησαν τέχνες , θέατρο, πολιτισμό, δημοκρατία. Δεν μπόρεσαν όμως, όσο κι αν το προσπάθησαν να τους πάρουν την ψυχή τους.Τις κρύες νύχτες του χειμώνα στις ξένες πατρίδες ένα φαναράκι ελπίδας σιγοκαίει μέσα τους. Ποιός ξέρει; Ίσως.....
Κυριακή, Μαρτίου 25, 2012
ΑΠΟ ΤΟ 1821 ΣΤ0 ΣΗΜΕΡΑ
ΑΠΟ ΤΟ 1821 ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ Η επανάσταση του 1821 καταγράφηκε στις σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας ως η επανάσταση που καθόρισε σ’ ένα μεγάλο βαθμό την πορεία και την εξέλιξη της ευρωπαϊκής Ηπείρου. Κλέφτες, αρματολοί , δάσκαλοι, λόγιοι , έμποροι, ναυτικοί , κληρικοί, και βέβαια η Φιλική εταιρεία που την προετοίμασε , συνέβαλαν στην πραγματοποίηση του πόθου των Ελλήνων για ανεξαρτησία και τη θεμελίωση ενός κράτους που στηρίζεται στις εθνικές του παραδόσεις και στις αρχές της ελευθερίας όπως είχαν διαδοθεί στην Ευρώπη από τη Γαλλική επανάσταση και το διαφωτισμό. Η επανάσταση του 1821 είναι μια επανάσταση που ξεκίνησε από τα φτωχά λαϊκά στρώματα, παρασύροντας στη συνέχεια το μεγαλύτερο μέρος του Ελληνικού λαού.. Η Τουρκοκρατία, εξέθρεψε κοινωνικές τάξεις με συγκρουόμενα και ανταγωνιστικά συμφέροντα, εκμετάλλευση και καταπίεση. Και μ’ αυτήν την έννοια, η επανάσταση του 1821 εκτός από εθνική υπήρξε και βαθύτατα κοινωνική. Κι όπως διατύπωσε εύστοχα ο Δ. Σολωμός « το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθινό»
25η Μαρτίου 2012. Πώς να γιορτάσουμε; Ζούμε σε μια προσομοίωση Ελλάδας , με το 1/3 των κατοίκων της κάτω από το όριο της φτώχειας . Βίαια και απροσδόκητα, έχουν ανατραπεί οι ζωές των ανθρώπων. Η αγορά εργασίας έχει αποδομηθεί και προσπαθεί να κρατηθεί με την ελάχιστη δαπάνη. Αν κάτι χαρακτηρίζει τον χειμώνα του 2012, είναι η κοινωνική παγωνιά. Την παγωνιά, τη νοιώθεις στους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας, που αδειάζουν μόλις σκοτεινιάσει , στα σκοτεινά πρόσωπα των ανθρώπων, που δεν χαμογελούν πια, γιατί σκέπτονται τους μισθούς τους που κόβονται, τα χαράτσια που δεν μπορούν να πληρώσουν, τις απειλές και τον φόβο που διασπείρουν τα ΜΜΕ. Οι άνεργοι, οι άστεγοι, οι πεινασμένοι, οι απελπισμένοι, αυξάνονται δραματικά μέρα τη μέρα. Η δημόσια παιδεία εξαθλιώνεται, η δημόσια υγεία το ίδιο .Ζούμε με δανεικά μας λένε. Χρόνια τώρα. Γι’ αυτό ας σκύψουμε το κεφάλι με υποταγή και ευγνωμοσύνη στις δανειακές συμβάσεις , ας γίνουμε νούμερα στο καντράν του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, ας μάθουμε να ζούμε με λίγα, όλο και πιο λίγα, ας παραιτηθούμε ακόμα κι από την εθνική μας κυριαρχία και τον εθνικό μας πλούτο. Πλήττεται η χώρα μας ως ο ασθενής κρίκος , ως πειραματόζωο , ως πεδίο δοκιμών συγκεκριμένων προγραμμάτων που θ’ αποτελέσουν μοντέλο εφαρμογής και σε άλλες χώρες. Οι Ευρωπαϊκές Δημοκρατίες μετατρέπονται σε κράτη έκτακτης ανάγκης , όπου θα περιστέλλονται επ’ άπειρον τα δικαιώματα των πιο αδύνατων οικονομικά χωρών ,τα κοινοβούλια θα έχουν όλο και πιο διακοσμητικό ρόλο και το επίπεδο ζωής των πολιτών θα κατακρημνίζεται συνεχώς , έως ότου φθάσει στην οριακή επιβίωση. Συντρίβονται οι εργασιακές διεκδικήσεις, τα ασφαλιστικά δικαιώματα, το κοινωνικό κράτος , ότι με αγώνες κατακτήθηκε από τους εργαζόμενους, τα τελευταία χρόνια. Βιώνουμε ένα κοινωνικοοικονομικό φαινόμενο, με πολιτικές προεκτάσεις. Έναν ακήρυχτο πόλεμο με επιπτώσεις γενοκτονίας. Τελικά, νεοφιλελευθεροποίηση των οικονομιών της Ευρώπης, και με την απλή μέθοδο της παγκοσμιοποίησης θα υπάρχει ένα κέντρο λήψεων αποφάσεων : η παγκόσμια διακυβέρνηση.
25η Μαρτίου 2012. Πως να γιορτάσουμε; Οι λέξεις δικαιοσύνη, ελευθερία, ανθρωπισμός, έχουν χάσει το νόημά τους. Έχουν αντικατασταθεί με νέες λέξεις : χρέος εκταμίευση, χρεοκοπία, δανειοδότηση, αγορές, επιτόκια, μέτρα, μέτρα…..Θα συνεχίσουμε να ζούμε με κομματιασμένα οράματα; ξυπόλυτοι πάνω στα σπασμένα κρύσταλλα ενός γυάλινου κόσμου ; κοινωνίες οικονομιών και αριθμών και όχι κοινωνίες ανθρώπων; Ή μήπως να δεχθούμε σαν λύση τη φυγή των νέων ανθρώπων, του πιο παραγωγικού δυναμικού, στο εξωτερικό για άλλες πατρίδες;
25η Μαρτίου 2012 .Οι ήρωες του 1821 είναι εδώ και μας διδάσκουν με τον αγώνα τους . Οι ήρωες επιμένουν . Πρέπει να κρατήσουμε ζωντανή την ελπίδα. Μια ελπίδα που δεν έχει να κάνει με μνημόνια, δάνεια και δόσεις. Έχει να κάνει με ιστορική μνήμη. Με λεβεντιά και αξιοπρέπεια .Με δύναμη και όρεξη για δουλειά .Με αλληλεγγύη και νέα οράματα. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να αισθανόμαστε ταπεινωμένοι και ψυχολογικά εξουθενωμένοι. Να γυρίσουμε στον εαυτό μας και να καταλάβουμε τι χρειαζόμαστε για να είμαστε ευτυχισμένοι με ότι έχει πραγματική αξία και όχι με ότι μας επιβάλλουν. Να μιλάμε για τις ανησυχίες μας, τα σχέδιά μας, το μέλλον μας. Κι όπως λέει ο ποιητής Άρης Αλεξάνδρου :
« Είδατε ποτέ κανένα έλατο να κατεβαίνει μόνο του στο πριονιστήριο; Η θέση μας είναι μέσα εδώ σ’ αυτό το δάσος. Με τα κλαδιά κομμένα, μισοκαμένους τους κορμούς. Με τις ρίζες σφηνωμένες μες τις πέτρες.»
Τετάρτη, Ιανουαρίου 25, 2012
Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΗΣ ΒΙΑΣ
Χειμωνιάτικο, Κυριακάτικο απόγευμα.Οι γονείς απουσιάζουν και παρακαλούν την εικοσάχρονη φοιτήτρια, που βρίσκεται στο σπίτι για μερικές μέρες μακριά από το Πανεπιστήμιο της στο εξωτερικό, να κρατήσει συντροφιά στην γιαγιά της. Η κουβέντα εξαντλήθηκε γρήγορα.Πόσο δύσκολο, να συναντηθούν τα βιαστικά νιάτα με την αργόστροφη σκέψη της ογδονταπεντάχρονης γυναίκας, που σ' αυτην την ηλικία τα 'χει δεί όλα.Γερμανική Κατοχή,εμφύλιο, αντάρτικο, χούντα των συνταγματαρχών, αγώνες...Σαν κινηματογραφική ταινία περνά από το μυαλό της συχνά η ζωή της, σαν αέρας με λίγες χαρές και πολλές πίκρες.Το σκοτάδι έπεσε γρήγορα στο άνετο ευρύχωρο σαλόνι κι η μικρή, για να ξεπεράσει την αμηχανία από την απότομη σιωπή, σκέφθηκε με ανακούφιση να δούν μια ταινία με τη γιαγιά, απ' αυτές που μαζεύει στο συρτάρι ο μπαμπάς από τις Κυριακάτικες εφημερίδες.Βρήκε μια ταινία του Μπερτολούτσι, για την άνοδο του Ναζισμού στην πριν από τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο Ιταλία του Νότου, ευκαιρία να το δεί κι εκείνη που δεν την αφορούν αυτά τα θέματα στην ηλικία της.Γιαγιά και εγγονή ξάπλωσαν αναπαυτικά στον καναπέ, με χαμηλωμένα τα φώτα κι αφοσιώθηκαν στην ταινία.Καθώς κυλούσε η ώρα η οθόνη γέμιζε από τους εξεγερμένους αγρότες, που μη αντέχοντας άλλο τα θανατερά βασανιστήρια και την απάνθρωπη μεταχείρησή τους από τους φασίστες δήμιους άρχισαν κι αυτοί να ανταποδίδουν τη βία με μεγαλύτερη βία.Το αιματοκύλισμα στην οθόνη, η φρίκη, άνθρωποι και γουρούνια ένα κουβάρι,σου αναποδογύριζε το στομάχι.Η γιαγιά παρέμενε ατάραχη και απορροφημένη. Σαν να έβλεπε το πιο συνιθισμένο πράγμα, μιά εικόνα καθημερινότητας.Το κορίτσι άρχισε να δυσφορεί.Τόση καταστροφή, τόσος εξευτελισμός των ανθρώπων, τόσο αίμα, τόση ωμή βία!Πως να αντέξει! Σηκώθηκε και άρχισε να περιφέρεται νευρικά, μήπως και πείσει τη γιαγιά, να σταματήσουν το βασανιστήριο.Όμως η γιαγιά, παρακολουθούσε με αμείωτο ενδιαφέρον και ανέκφραστη ψυχρότητα, δίχως αγανάκτηση,χωρίς το παραμικπό ίχνος συγκίνησης και συμπόνιας για τους ήρωες, με αδικαιολόγητη απάθεια, όλη αυτή τη ροή του κακού.Γιαγιά το σταματάω.Φθάνει πιά, καταλάβαμε.Όχι όχι παιδί μου αναπήδησε η γιαγιά.Δεν έπεσαν ακόμα τα γράμματα του τέλους.Η μικρή εξαφανίστηκε τρέχοντας.
Το επόμενο πρωί η γιαγιά ήταν αλλιώτικη.Είχε κι όλας δεί τις ειδήσεις στην τηλεόραση όταν το κορίτσι ξύπνησε και έτρεξε΄χαρούμενο να χωθεί στην αγκαλιά της.Τα μάτια της γιαγιάς ήταν βουρκωμένα, το κάτω χείλος έτρεμε.Είχα μέρες παιδί μου να δώ ειδήσεις γιατί στενοχωριέμαι είπε με λυγμό στη φωνή. Απειλές, εκβιασμοί, πολιτικές κολοτούμπες, χρέος, διαφθορά ,σκληρότητα, αυτοκτονίες, ανήθικες δοσοληψίες ,χαράτσια, πείνα, ανεργία , άστεγοι, εξαθλίωση , φτώχεια, απελπισία ,μετανάστευση, συσσίτια, σχολεία που κλείνουν,επιχειρήσεις που κλείνουν, γέροι με πετσοκομμένες συντάξεις στις ουρές του ΙΚΑ ,PSI, ανταλλαγές ομολόγων, σωτήρες, εκλογές,ξεπούλημα, εθνική κυριαρχία, βιώσιμο ΧΡΕΟΣ, τρόμος, ανασφάλεια, αναπόφευκτη συντεταγμένη πτώχευση.... Είναι τόσο άσχημα τα πράγματα; Κι έσφιξε με δύναμη πάνω της την εγγονή της.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)